Killing Joke + Special Guests
Παρασκευή, 8 Οκτωβρίου, Gagarin 205, Αθήνα
Σάββατο, 9 Οκτωβρίου, Principal Club Theater, Θεσσαλονίκη
Δελτίο Τύπου
Τους περιμέναμε πολλά χρόνια, είναι αλήθεια. Και τώρα ήρθε η ώρα για να λάβει τέλος αυτή η αναμονή.
Οι Killing Joke - ένα από τα σπουδαιότερα συγκροτήματα του Post-Punk, που με τον μοναδικό ήχο τους επηρέασαν αμέτρητες μεταγενέστερες Alternative, Industrial, Gothic και Metal μπάντες – θα εμφανιστούν για πρώτη φορά στη χώρα μας, την Παρασκευή 8 Οκτωβρίου στην Αθήνα (στο Gagarin 205 Live Music Space) και το Σάββατο 9 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη (στο Principal Club Theater).
Τιμή Εισιτηρίου: 30 € (προπώληση) / 32 € (ταμείο) Διάθεση Εισιτηρίων: Ticket House, Public, http://www.ticketarena.gr/
Οι πόρτες θα ανοίξουν στις 21:00
Εισιτήρια προπωλούνται στο http://www.ticketarena.gr/.
Από την Παρασκευή 24/9, θα διατίθενται και στα: Public (Πλ. Συντάγματος) και Ticket House (Πανεπιστημίου 42, τηλ. 210 3608366 begin_of_the_skype_highlighting 210 3608366 end_of_the_skype_highlighting).
Η τιμή τους είναι 30 ευρώ.
Στο ταμείο, το βράδυ της συναυλίας, η τιμή θα είναι 32 ευρώ.
Ευρέως γνωστοί στο κοινό χάρη στο πασίγνωστο hit-single “Love Like Blood”, οι Killing Joke αποτελούν ένα από τα πιο αξιοσέβαστα ονόματα της σύγχρονης μουσικής σκηνής, εδώ και 30 (και πλέον) χρόνια, και μάλιστα σε ολόκληρο το φάσμα της. Είναι πολύ σπάνιες οι περιπτώσεις όπου ένα συγκρότημα χαίρει μίας σχεδόν καθολικής εκτίμησης και θαυμασμού από τόσους σύγχρονους και μεταγενέστερους μουσικούς, όπως συμβαίνει στη δική τους.
Οι Nirvana (με χαρακτηριστική την ιστορία της τρομερής ομοιότητας ανάμεσα στo κιθαριστικό riff του single των Killing Joke, “Eighties”, και σε εκείνο του περίφημου “Come As You Are”), Nine Inch Nails, Jane’s Addiction, Ministry, Soundgarden, Foo Fighters (ο Dave Grohl έχει παίξει drums στο album τους “Killing Joke”, το 2003), Jello Biafra (Dead Kennedys), Big Black, Front Line Assembly, Prong, Metallica, Tool, Faith No More, Primus, Korn, Rammstein, Napalm Death, Opeth, Godflesh, Helmet, Fear Factory, είναι μόνο λίγοι από όλους εκείνους που κατά καιρούς έχουν συμπεριλάβει τους Killing Joke ανάμεσα στις βασικές τους επιρροές.
Πολλοί από αυτούς έχουν διασκευάσει τραγούδια τους και αρκετοί θα συμμετέχουν και σε ένα tribute που θα συνοδεύει μία special edition του νέου τους album. Το 2005, το περιοδικό Kerrang τους τίμησε με ένα βραβείο για το σύνολο της μέχρι τώρα καριέρας τους. Από το ξεκίνημά τους – το 1979, στο Notting Hill του Λονδίνου – και κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης πορείας τους, οι Killing Joke κατόρθωσαν να ξεπεράσουν μία σειρά εσωτερικών συγκρούσεων, μεταβολών στη σύνθεσή τους και ενασχολήσεων των μελών τους με διάφορα side-projects.
Τη δεδομένη στιγμή, θα έχουμε τη χαρά να δούμε και τα τέσσερα αυθεντικά μέλη τους επί σκηνής, λίγες ημέρες μετά την κυκλοφορία του ολοκαίνουργιου album τους “Absolute Dissent”, το οποίο θα βγει στην αγορά στις 27 Σεπτεμβρίου. Ο Jaz Coleman (φωνή, keyboards, ενορχηστρώσεις) - μία πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα, με ακόμα πιο ξεχωριστή φωνητική χροιά - τα τελευταία χρόνια αποτελεί τον βασικό σύνθέτη της Συμφωνικής Ορχήστρας της Πράγας, έχοντας συνεργαστεί στο παρελθόν και με άλλες σπουδαίες ορχήστρες, όπως η Συμφωνική και η Φιλαρμονική του Λονδίνου, η Φιλαρμονική του Auckland και το κουαρτέτο εγχόρδων της Νέας Ζηλανδίας.
Για τη συγκεκριμένη πτυχή της ετερόκλητης καριέρας του, έχει τιμηθεί τρεις φορές με Βραβείο Grammy! Ο Martin Glover (μπάσο) αποτελεί την έτερη μεγάλη προσωπικότητα του συγκροτήματος. Ευρύτερα γνωστός στη μουσική βιομηχανία με το όνομα “Youth”, ο Glover θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους και πιο επιτυχημένους παραγωγούς των τελευταίων 20 ετών. Είναι ο άνθρωπος που είναι υπεύθυνος για την ηχογράφηση του “Bitter Sweet Symphony”, αλλά και ολόκληρου του “Urban Hymns” των Verve (ένα χρόνο αργότερα, το 1998, τιμήθηκε με το βραβείο του Παραγωγού της Χρονιάς) και η λίστα με τις συνεργασίες του περιλαμβάνει μεγάλα ονόματα όπως αυτά των U2, Depeche Mode, Primal Scream, The Cult, Tricky, Embrace και πολλά άλλα. Παράλληλα, αποτελούσε το ½ του πολύ γνωστού ηλεκτρονικού σχήματος των Orb (γνωστοί για το θαυμάσιο “Little Fluffy Clouds”), καθώς και των Blue Pearl που στα 90’s ξεσήκωναν τις πίστες των clubs με το mega dance-hit “Dancing In The Rain”. Από το 1993, συνεργάζεται με τον Paul Mc Cartney στο ηλεκτρονικό / πειραματικό σχήμα με το όνομα The Fireman.
O Kevin “Geordie” Walker (κιθάρα) είναι ο άνθρωπος στον οποίον οφείλεται, σε μεγάλο ποσοστό, αυτό το τρομακτικό wall of sound που χαρακτηρίζει τον ήχο των Killing Joke. Τα riffs του αποτελούν σήμα κατατεθέν του συγκροτήματος και έχουν προκαλέσει τον θαυμασμό πάρα πολλών σπουδαίων μουσικών, από τον Jimmy Page (των Led Zeppelin) μέχρι τον Billy Corgan (των Smashing Pumpkins)! O Paul Ferguson (drums) συμπληρώνει ιδανικά τη σύνθεση της μεγάλης αυτής μπάντας. Κατά τη διάρκεια της απουσίας του από τις δραστηριότητες των Kiling Joke, από τη θέση του πέρασαν αρκετοί γνωστοί μουσικοί όπως ο Ted Parsons (μέλος των Swans και των Prong), o Martin Atkins (των Public Image Ltd) και, όπως προαναφέραμε, ο Dave Grohl (Nirvana / Foo Fighters).
Σε αυτό το σημείο πρέπει να αναφερθούμε και στον Paul Raven, τον άνθρωπο που είχε πάρει τη θέση του Youth, από το 1982 έως το 1990 και από το 2003 έως το 2006, ο οποίος έχει υπάρξει μέλος και των Ministry, Prong. O Raven έφυγε από τη ζωή στις 20 Οκτωβρίου 2007, σε ηλικία 46 ετών, από καρδιακή προσβολή κι ενώ κοιμόταν. Παραδόξως (αν μπορούμε να ισχυριστούμε κάτι τέτοιο για ένα group σαν τους Killing Joke), η κηδεία του αποτέλεσε την αφορμή για αν ξαναμιλήσουν, μετά από 20 χρόνια, ο Jaz Coleman και ο drummer της μπάντας Paul Ferguson. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία και η επανασύνδεση των τεσσάρων αυθεντικών μελών των Killing Joke είναι πλέον γεγονός.
Με έναν ήχο πομπώδη και συχνά εφιαλτικό και με ένα πνεύμα αντισυμβατικό, που σαρκάζει την εξουσία και κάθε αυθεντία, οι Killing Joke κατόρθωσαν να χτίσουν τον δικό τους μύθο. Σκληρές κιθάρες, βλοσυρές μελωδίες, tribal drums, αλλά και – πιο πρόσφατα - πολλά στοιχεία από ηλεκτρονική χορευτική μουσική, δημιουργούν μια μοναδικά σκοτεινή και, με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο, πρωτόγονη ατμόσφαιρα τόσο στις ζωντανές εμφανίσεις του συγκροτήματος (όπου είναι έντονο και ένα θεατρικό στοιχείο) όσο και σε albums όπως το ομώνυμο ντεμπούτο, το “Revelations” (1982), το “Fire Dances” (1983), το “Night Time” (1985), το “Brighter Than A Thousand Suns” (1986), το “Pandemonium” (1994), το “Hosannas from the Basements of Hell” (2006) και το καινούργιο “Absolute Dissent”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου